Σάββατο 31 Ιουλίου 2010

ΑΓΚΙΣΑΡΙΤΕΣ

Οι πρώτες βροχές που πέφτουν κάθε χρόνο, από τις 20 Σεπτεμβρίου
και μετά ,βοηθούν ώστε να εμφανιστούν από τα μέσα του Οκτώβρη
στο όρος της Θρυπτής,και μέσα στο δάσος,οι πρώτοι αγκισαρίτες,ο
πιο νόστιμος και περιζήτητος χειμωνιάτικος μεζές της περιοχής με την
μεγάλη διατροφική αξία.Οι καλές κλιματολογικές συνθήκες με τη
σχετική υγρασία και το γλυκό καιρό ευνοούν καμιά φορά βέβαια και την
πρώιμη εμφάνιση των άγριων αυτών μανιταριών.
















ΑΓΚΙΣΑΡΙΤΕΣ
επιστ. :  Lactarius deliciosus (τυχαίο...δε νομίζω !)

Ονομάζονται και Γαλαζίτσα, Καρότο, Αή Κουμαρομανίτες ή πευκο-
μανίτες. Συναντιέται κατά ομάδες σε πευκοδάση. Είναι κοινό είδος.
Το καπέλο έχει διάμετρο 6-12cm. αρχικά είναι κυρτό και αργότερα
γίνεται κοίλο.Εχει ωχροπορτοκαλίες και καφεκοκκινωπές χρωματιστές
ζώνες. Τα ελάσματα είναι πυκνά, πορτοκαλιά που ακουμπούν στο πόδι.
Η σάρκα είναι λευκοκρέμ η πορτοκαλοκίτρινη με μυρωδιά φρούτου.
Όταν κοπεί, σε 10’ γίνεται πορτοκαλοκόκκινη, αργότερα κόκκινη
και σε 24 ώρες πρασινωπή. Συγχρόνως, εκκρίνει γαλακτώδη χυμό με
χρώμα καροτί.Το πόδι έχει ύψος 3-7cm και διάμετρο 1,5-2, cm. Έχει ίδιο
χρώμα με το καπέλο με βαθύχρωμα λακκάκια και λευκωπό μυκήλιο στη
βάση. Αρχικά είναι συμπαγές και αργότερα γίνεται κούφιο.





















Θα τους βρείτε να φυτρώνουν σε μεγάλους αριθμούς το φθινόπωρο,
από τις πρώτες βροχές μέχρι την πρώτη παγωνιά, σε πευκοδάση και
ελατοδάση. Θα τα δείτε να φυτρώνουν γύρω από συστάδες μικρών
πεύκων μέσα στα βρύα, καθώς και μέσα σε φτέρες ή θάμνους. Τα
κόβετε με το σουγιά σας κοντά στο έδαφος και προσέχετε πάντα να
βγάζει το χαρακτηριστικό λακτικό υγρά,ενώ πρέπει να προσέχουμε
να μένει η ρίζα του στο χώμα, ώστε να μη χάνεται ο μύκητας, για να
ξαναβγάλει την επόμενη χρονιά.





















Υπάρχουν άλλα τέσσερα υποείδη του λακτάριου με τα ίδια χαρακτη-
ριστικά και τρώγονται όλα. Είναι : ο λακτάριος ο σολομόχρωμος, ο
λακτάριος ο χείριστος, ο λακτάριος ο αιματορροών και ο λακτάριος
ο ημιαιματορροών. ( Σωσίας: Το δηλητηριώδες  Lactarius torminosus)






 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 








 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
TO MAΓΕΙΡΕΜΑ

Ο πιο νόστιμος τρόπος μαγειρέματος του αγκισαρίτη είναι το
τηγάνισμα.Τα μανιτάρια αλευρώνονται και στην συνέχεια
τηγανίζονται,όπως κάνουμε και με τοσυκώτι.Μπορείς να τους
φας βέβαια και στιφάδο με κρεμμύδια και πατάτες τηγανιτές.
Το ίδιο νόστιμοιείναι και στα κάρβουνα οφτοί δηλαδή,ενώ
θυμάμαιτην γιαγιά μου,όταν ο θείος έφερνε αρκετούς,που
έλεγε αν θα περισσέψουν θα τους κάνει με ξύδι και αρισμαρί.
Πάντως όπως και αν τους φάει κανείς συνιδεύουν άριστα τη
ρακή και το κόκκινο κρασί.


Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010

ΠΑΝΙΔΑ ΘΡΥΠΤΗΣ









Οι κορυφογραμμές που εκτείνονται ανάμεσα στις κορυφές Αφέντης
(1476μ.), Κάψα (997μ.),Παπούρα (1010μ.), Κουφωτό (912μ.) και το
θεαματικό φαράγγι του Χα, με εσωτερικούς γκρεμούς, χαράδρες κι
ορθοπλαγιές, κάνουν το ανάγλυφο ιδιαίτερα τραχύ και δημιουργούν
έναν από τους πλέον σημαντικούς βιότοπους στην Κρήτη για τα
αρπακτικά πουλιά, αλλά και πολλά άλλα μέλη της εντόπιας πανίδας












H θρυπτή αποτελεί ζώνη για την επιβίωση του γυπαετού,και του
χρυσαετού (Aquila chrysaetos) ενώ αναπαράγονται στην περιοχή
και οι αετογερακίνες (Buteo rufinus).Τα περισσότερα ερπετά της
θρυπτής ανήκουν στα προστατευόμενα είδη όπωσ το λιακόνι
(Chalcides ocellatus), η δενδρογαλιά (Coluber gemonensis), το
αγιόφιδο ή όχεντρα (Telescopus fallax) και η πράσινη σαύρα
(Laceria trilineala polylepidota), είναι τα σπουδαιότερααπ' αυτά
και απαντώνται στα όρη της Θρυπτής,ενώ επίσης κοινά είναι τα
κουνάβια (Maries foina bunites),μέσα στο δάσος.





 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 















Οι νυχτερίδες του είδους Myotis myotis φωλιάζουν σε πολλά σπήλαια
της Θρυπτής. Ο κρητικός αγκαθοποντικός (Acomys minous) και ο
κρητικός δασοποντικός (Apodemussylvaticus creticus) φωλιάζουν
επίσης στις νότιες πλαγιές της Θρυπτής. Δύο είδη σαλιγκαριών
(η Albinaria sturanyi και η Oxychilus minoicus) είναι στενοενδημικά της
Ανατολικής Κρήτης, ενώ άλλα 16 ανήκουν σε κρητικά ενδημικά είδη,
ενώ δεν λείπουν και τα δύο προστατευόμενα αμφίβια: (ο κρητικός
δενδροβάτραχος, Hyla arborea cretensis και ο πράσινος φρύνος Bufo
viridis που αφθονούν στις κλιτύες της Θρυπτής
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 









 







Ο ΓΥΠΑΕΤΟΣ 
(Ο ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΤΩΝ ΑΙΘΕΡΩΝ)

Ο Γυπαετός είναι ένα από τα σπανιότερα αρπακτικά πουλιά της
ΕυρώπηςΖει αποκλειστικά σε ημιορεινά και ορεινά οικοσυστήματα
(500-4000 μέτρα), συνήθως πάνω από δασόριο, σε βραχώδεις
περιοχές με απότομες σάρες, ορθοπλαγιές και αλπικά λιβάδια.
Τα κόκκαλα των νεκρών οπληφόρων ζώων (μικρού ή μεσαίου
μεγέθους) αποτελούν την κύρια πηγή της τροφής του, την οποία
αναζητά μόνος ή σε ζευγάρια. Ο Γυπαετός υπερασπίζεται τεράστιες
εκτάσεις στις οποίες το ζευγάρι τρέφεται και φωλιάζει, ενω δύσκολα
ανέχεται μέσα σε αυτές την παρουσία άλλων ενηλίκων ατόμων του
 ίδιου είδους.
Γυπαετοί στα βουνά της Θρυπτής




Ο Γυπαετός φτάνει σε μέγεθος τα 1,10 μέτρα (από το κεφάλι ως την
άκρη της ουράς), το άνοιγμα των φτερούγων του είναι γύρω στα 2,80
μέτρα και το βάρος του κυμαίνεται από 5-7 κιλά. Τα ενήλικα πουλιά
αναγνωρίζονται εύκολα από τις μακριές, μυτερές φτερούγες και την
ρομβοειδή ουρά που θυμίζουν τεράστιο γεράκι, ενώ το στήθος και η
κοιλιά τους έχουν συνήθως πορτοκαλί χρώμα. Το χρώμα αυτό
οφείλεται στο «μακιγιάρισμα» των φτερών του με οξείδια του σιδήρου,
που προσλαμβάνει καθώς τρίβεται στα ασβεστολιθικά πετρώματα.
 Όταν αυτά τα οξείδια λείπουν, το χρώμα του είναι σαν «λερωμένο»
άσπρο. Στο κεφάλι, κοντά στο ράμφος, φέρει μια μακριά τούφα με
μαύρες ''τρίχες'' που μοιάζει με γένι. Μάλιστα, σε αυτό το γνώρισμα
οφείλει το είδος το επιστημονικό του όνομα, Gypaetus barbatus
Το barbatus σημαίνει «μουστακαλής».






























































Αποτελεί το σπανιότερο είδος γύπα (δηλαδή πτωματοφάγου
αρπακτικού), από τα τέσσερα που συναντώνται στην Ευρώπη.
Απαντάται στην οροσειρά των Πυρηναίων , στο νησί της
Κορσικής και τα Βαλκάνια,ενώ στις Αλπεις το ίδος έχει
επανεισαχθεί τα τελευταία χρόνια. Στην Ελλάδα ελάχιστα
άτομα απαντώνται στην Στερεά Ελλάδα, στη Μακεδονία
και στην Θράκη ενώ ο κύριος όγκος του πληθυσμού
βρίσκεται στην Κρήτη. Ο πληθυσμός της Κρήτης αποτελεί το
μοναδικό βιώσιμο πληθυσμό στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια,
αλλά και το μεγαλύτερο νησιωτικό πληθυσμό του είδους στην
Ευρώπη και τον κόσμο



















Ο ΧΡΥΣΑΕΤΟΣ ή ΒΙΤΣΙΛΑ
(O BΑΣΙΛΙΑΣ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ)



















Ο Χρυσαετός ή Βιτσίλα (Aquila chrysaetos) είναι ένα από τα πιο γνωστα
αρπακτικά πουλιά Όπως όλοι οι αετοί, ανήκει στην οικογένεια
Accipitridae. Έχει μέσο άνοιγμα φτερούγας πάνω από 2 μέτρα και εώς
1 μέτρο μήκος σώματος. Το μέγεθος των ενηλίκων χρυσαετών ποικίλλει,
 ωστόσο ορισμένοι από αυτούς αποτελούν τους μεγαλύτερους αετούς
του γένους Aquila.Οι χρυσαετοί τρέφονται με λαγούς, ποντίκια,
ορισμένες φορές άλλα πουλιά, νυφίτσες, αλεπούδες, μικρές χελώνες,
νεαρά ελάφια, ακόμη και οικόσιτα ζώα, όπως αρνιά και κατσικάκια.
Κατά τη διάρκεια του χειμώνα οπότε και η τροφή είναι ελάχιστη, οι
χρυσαετοί καμιά φορά καταφέυγουν στα πτώματα νεκρών ζώων
για να συμπληρώσουν τη διατροφή τους. Διαθέτουν άριστη όραση
και μπορούν να εντοπίσουν τη λεία τους από πολύ μεγάλη απόσταση.
Συνήθως οι χρυσαετοί ζευγαρώνουν δια βίου. Κατασκευάζουν πολλές
φωλιές τις οποίες χρησιμοποιούν εναλλάξ. Οι φωλιές τους αποτελούνται
από μεγάλα κλαδιά δέντρων, τα οποία ενισχύουν με γρασίδι όταν τις
χρησιμοποιούν.











Το θηλυκό γεννά δύο μαύρα αυγά ανάμεσα στον Ιανουάριο και το
Σεπτέμβριο. Η επώαση ξεκινά αμέσως μετά τη γέννηση του πρώτου
αυγού, και μετά από περίπου 45 ημέρες τα νεαρά βγαίνουν από το
αυγό. Είναι εντελώς λευκά και οι γονείς τα ταΐζουν για πενήντα ημέρες
προτού είναι έτοιμα να κάνουν την πρώτη τους απόπειρα να πετάξουν
και να τραφούν από μόνα τους. Τις περισσότερες φορές επιβιώνει
μοναχά το μεγαλύτερο μικρό, ενώ το νεότερο πεθαίνει προτού αφήσει
τη φωλιά. Αυτό συμβαίνει γιατί το μεγαλύτερο έχει το πλεονέκτημα
ανάπτυξης λίγων ημέρών και έτσι καταφέρνει να κερδίσει τους
περισσότερους καυγάδες για την τροφή. Οι χρυσαετοί αφιερώνουν
πολύ χρόνο στη φροντίδα των μικρών, ωστόσο η θνησιμότητα είναι
υψηλή ακόμη κι ανάμεσα στα πρωτότοκα πουλάκια, ιδιαίτερα
τις πρώτες εβδομάδες μετά την έξοδό τους από το αυγό.







ΤΟ  ΚΥΝΗΓΙ ΣΤΗ ΘΡΥΠΤΗ 

Στην Θρυπτή ζούσαν παλαιότερα αρκετοί  λαγοί.Ο πληθυσμός
τους όμως παρουσιάζει έντονες και ακανόνιστες αυξομειώσεις που
μπορεί να οφείλονται τόσο στο ανεξέλεγκτο κυνήγι και την λαθρο-
θηρία όσο και σε παράγοντες όπως: η ποσότητα και ποιότητα της
τροφής, οι κλιματικοί παράγοντες, ο μεγάλος αριθμός και
ανταγωνισμός στην εξεύρεση τροφής ,αλλά και ο μεγάλος αριθμός
των εχθρών του είναι ο μεγάλύτερος από όλα τα σαρκοφάγα , λύκος ,
αλεπού , αγριόγατα κ.λ.π μέχρι και τα αρπακτικά γεράκια , αετοί κ.λ.π
Οι παραπάνω λόγοι έχουν σαν αποτέλεσμα την μείωση του ρυθμού
της αναπαραγωγής και την ελάττωση της αντοχής τους σε ασθένειες,
με συνέπεια την ελλάττωση του πλυθησμού τους.



 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Επίσης στα όρη της Θρυπτής αφθονούσαν και οι ελληνικές
νησιώτικες πέρδικες (alectoris chukar),με το γλυκό κακάρισμα
που αντηχούσε στις γύρω κορφές και που μπορούσες να το
ακούσεις όταν υπήρχε ησυχία,αλλά και με  το νόστιμο κρέας
της,τις έκανε περιζήτητες στους κύκλους των κυνηγών.Για
πολλούς θεωρείται και το πιο δύσκολο, αλλά και το πιο
λεβέντικο κυνήγι. Χρειάζονται αρκετές γνώσεις, γυμνασμένα
πόδια, μεγάλη αντοχή, δυνατοί πνεύμονες και το βασικότερο
ικανά περδικόσκυλα.
Στην χαράδρα του Χα γινόταν και το κυνήγι της Φάσας(αγριο-
περίστερο),δύσκολο κυνήγι και αυτό,μιας και τα πουλία αυτά
έπρεπε να τα κτυπήσεις όταν πετούσαν,και λόγω της χαράδρας
τα περισσότερα έπεφταν σε μέρη που δεν μπορούσε ο κυνηγός
να τα πιάσει 
 
 

Σάββατο 24 Ιουλίου 2010

ΤΑ ΑΜΠΕΛΙΑ

Τα σταφύλια της Θρυπτής ,είναι στην συντριπτική τους
πλειοψηφία μαύρα ποικιλίας Κοτσιφάλι και χρησιμοποιούνται
για κρασί. Πατιούνται στο πατητήρι και ο μούστος φυλάγεται,
κυρίως σε πιθάρια. Τα στράφυλλα, τα πατημένα σταφύλια
δηλαδή, που έχει βγει ο μούστος, φυλάσσονται και αυτά,
και αργότερα πηγαίνουν για καζάνισμα (απόσταξη) και
βγάζουν ρακή. Εδώ η παραγωγή είναι σχεδόν αποκλειστικά
για αυτοκατανάλωση. Ελάχιστο κρασί ή ρακή πουλιέται.


 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Το Κοτσιφάλι, μαζί με το Αγιωργίτικο και το Ξινόμαυρο, αποτελούν
την τριάδα των ευγενέστερων ερυθρών ποικιλιών της χώρας μας,
και αποτελεί την πιο αξιόλογη ίσως ερυθρή ποικιλία της Κρήτης.
Εχει πολύ μαύρο χρώμα σαν τα φτερά του κοτσυφιού,εξού και
το όνομα του.
Το φυτό είναι ζωηρό, παραγωγικό και εύρωστο, με μεγάλη γονιμότητα
οφθαλμών. Παρουσιάζει ανθεκτικότητα στην ξηρασία, στους ανέμους
και στις περισσότερες ασθένειες, με μόνη αδυναμία απέναντι στον
περονόσπορο και στον βοτρύτη. Η καλλιέργειά του αποδίδει καλύτερα
σε εδάφη αργιλοασβεστώδη, καλής στράγγισης και κατά προτίμηση σε
πλαγιές.



 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Είναι ποικιλία με μέτρια οξύτητα και χρωματική ένταση, αλλά και
αστάθεια στο χρώμα.Για το λόγο αυτό το Κοτσιφάλι παραδοσιακά
οινοποιείται μαζί με μια άλλη ερυθρή ποικιλία, το Μαντηλάρι, το
οποίο χαρακτηρίζεται από το πλούσιο και βαθύ ερυθρό χρώμα του,
την υψηλή οξύτητα και τον χαμηλό αλκοολικό βαθμό του. Είναι
κατά κάποιον τρόπο η ποικιλία που εξισορροπεί τα χαρακτηριστικά
του Κοτσιφαλιού - και οι δύο ποικιλίες μαζί δρουν συμπληρώνοντας
η μία την άλλη
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Η ταυτότητα της ποικιλίας ΚΟΤΣΙΦΑΛΙ


* Καλλιεργείται κυρίως στην Κρήτη και σποραδικά στις Κυκλάδες.
* Το φυτό είναι παραγωγικό, ζωηρό και εύρωστο, ανθεκτικό στις
δύσκολες κλιματικές συνθήκες και στις ασθένειες, με μόνη
ευαισθησία απέναντι στον περονόσπορο και το βοτρίτη.
* Οι ρώγες είναι μακρουλές, μεσαίου μεγέθους, με μαλακιά
και πολύ γλυκιά σάρκα την εποχή της ωρίμασης των σταφυλιών.
* Αποδίδει καλύτερα σε εδάφη αργιλοασβεστώδη, καλής
στράγγισης και κατά προτίμηση σε πλαγιές.
* Ωριμάζει στα τέλη Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου,
ανάλογα με το υψόμετρο αλλά και το φορτίο του αμπελιού.
* Είναι ποικιλία με πλούσιο αρωματικό χαρακτήρα,
 μέτρια οξύτητα και χρωματική ένταση. Για το λόγο αυτό
παραδοσιακά οινοποιείται σε συνδυασμό με μια άλλη
ερυθρή ποικιλία, το Μαντηλάρι.
* Δίνει κρασιά με διακριτικά και δροσερά αρώματα
κόκκινων φρούτων, αλλά και ιδιαίτερα ενδιαφέροντα
ροζέ κρασιά, ενώ το παλαιωμένο που έχει ωριμάσει
σε βαρέλι παίρνει μια αρωματική έκφραση τελείως
διαφορετική, με νότες αποξηραμένου σύκου και δαμάσκηνου.

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 

ΟΙ ΜΑΓΑΤΖΕΔΕΣ

Τα μικρά σπίτια στην Θρυπτή λέγονται «μαγατζέδες»,
(μαγατζές=μικρό ορεινό σπίτι ή αποθήκη με πατητήρι)
Εκεί οι ιδιοκτήτες τους «ξώμεναν» (έξω έμεναν),
διανυχτέρευαν δηλαδή, κατά το μάζεμα των σταφυλιών
και την προετοιμασία του μούστου, μια και η απόσταση
για να επιστρέψουν στο Χωριό ήταν περίπου τρεις ώρες
με το γάιδαρο.Σε αυτά τα μικρά σπιτάκια λοιπόν
εξυπηρετούσαν τις ανάγκες αρχικά 2-3 διανυκτερέυσεων
κυρίως για γεωργικές εργασίες(μάζεμα σταφυλιών,μήλων
αχλαδιών,κ.ά).



Συνήθως οι μαγατζέδες αποτελούνταν από ένα το πολύ
δύο δωμάτια,ανάλογα το μέγεθος τους.Διέθεταν παρασιά
(χώρος για μαγείρεμα και θέρμανση μέσα στο σπίτι),
ακόμα και μικρό φούρνο και αν υπήρχε χώρος στο ίδιο
δωμάτιο και πατητήρι.Μάλιστα το πατητήρι τον χρόνο
που δεν χρησιμοποιούνταν για το πάτημα των σταφυλιών,
εκτελούσε χρέη κρεβατιού Εβαζαν τάβλες και στρώμα
από πάνω του και έτσι είχαν ένα άνετο κρεβάτι,ενώ
τον άδειο χώρο από κάτω τον χρησιμοποιούσαν σαν
αποθηκετευτικό.Στους μεγαλύτερους μαγατζέδες που
διέθεταν ξεχωριστό δωμάτιο για το πατητήρι έβρισκες
και τα μεγάλα βαρέλια για τον μούστο και το κρασί,
και άφθονο χώρο για αποθήκευση διάφορων προιόντων
(πατάτες,μήλα,αχλάδια καί άλλων καρπών),που τους
διατηρούσε για πολύ καιρό το υπέροχο κλίμα της Θρυπτής


(φωτ. παλιά πατητήρια)





Το υπέροχο κλίμα όμως έκανε πολλούς να χρησιμοποιούν
την Θρυπτή για παραθερισμό,και πολλοί κάτοικοι των γύρω
περιοχών(παρόλο που ανήκει στο Κάτω Χωριό) περνούσαν
βδομάδες ολόκληρες τα καλοκαίρια εκεί.Ετσι οι μαγατζέδες
με τον καιρό μεγάλωναν,όσο γινόταν,και αποκτούσαν και
περισσότερες ανέσεις,φτάνοντας σήμερα να μοιάζουν με
μικρές βιλίτσες.
Στή Θρυπτή λειτουργούσαν την καλοκαιρινή περίοδο και
τρία καφενεία,(του Παραουλάκη,του Καζαντζάκη και του
Σουργιά) τα οποία διοργάνωναν και γλέντια με ζωντανή
κρητική (τι άλλο) μουσική,κατά τις εορτές του Αγ.Νικήτα
στις 16 Σεπτεμβρίου,στην εορτή της Υψωσης Του Τίμιου
Σταυρού στις 14 του ίδιου μήνα,και στις 24-25 Ιουλίου που
εορτάζει η Αγία Αννα.Σήμερα λειτουργεί μόνο το ένα στο
πρόβαρμα(ΤΑΒΕΡΝΑ ΤΟ "ΠΡΟΒΑΡΜΑ")με εξαιρετική
κουζίνα που χρησιμοποιεί αποκλειστικά ντόπια προιόντα.